Κάτω από έντονα μέτρα ασφάλειας συνεχίστηκε η δίκη του αστυνομικού φρουρού από την Καστοριά που κατηγορείται για τη δολοφονία, πριν από ένα χρόνο, του 52χρονου οδηγού ταξί, Κοσμά Τζέλιου, σε αγροτική τοποθεσία της ακριτικής πόλης. Από τους μάρτυρες, που κατέθεσαν σήμερα στο Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο Κοζάνης, ξεχώρισαν η κατάθεση της πρώην συζύγου του κατηγορουμένου και της μητέρας του.
Η Θεοδοσία Σκιμετζή, μέχρι πρότινος σύζυγος του αστυνομικού φρουρού, ανάφερε ότι την ημέρα του φόνου “ο σύζυγός μου έφυγε κανονικά από το σπίτι για την δουλειά του, στην συνέχεια με ενημέρωσε ότι θα καθυστερούσε για λίγο να επιστρέψει στο σπίτι και όταν επέστρεψε αργά το απόγευμα του ετοίμασα το τραπέζι για να φάει. Δεν παρατήρησα κάτι διαφορετικό στο παρουσιαστικό του”. Περιέγραψε τη στιγμή που ο κατηγορούμενος κοιτώντας από το κινητό του στο διαδίκτυο της ανέφερε ότι στην Καστοριά κάποιοι σκότωσαν ένα ταξιτζή και στην συνέχεια μίλησε για την ανησυχία που έδειξε όταν τηλεφώνησαν στο σπίτι από την αστυνομία και μίλησαν μαζί του για να βεβαιώσουν εάν το αγροτεμάχιο στην περιοχή της Λεύκης, όπου εντοπίστηκε ο νεκρός ταξιτζής, ανήκει σε αυτόν. “Μίλησε με τον πατέρα του και λίγο αργότερα αναχώρησε και ο ίδιος για την υπηρεσία. Το πρωί ενημερώθηκα από τον πατέρα μου ότι για το συμβάν έχει συλληφθεί ένας αστυνομικός και ότι αυτός ήταν ο σύζυγός μου. Δεν μπορώ να το πιστέψω ακόμη αυτό που έκανε”.
Στην ερώτηση της προέδρου του δικαστηρίου εάν της εξομολογήθηκε κάτι για την πράξη του, ανέφερε ότι “και τις δύο φορές που τον συνάντησα στις φυλακές, όταν τον ρώτησα γιατί το έκανες, μου απάντησε ότι ήμουν θολωμένος”. Η κ.Σκιμετζή περιέγραψε τον κατηγορούμενο ως ένα άνθρωπο που δεν είχε φίλους, που δεν τα πήγαινε καλά με την οικογένειά του, ήταν πολλές ώρες στο σπίτι και μπροστά στην οθόνη του ηλεκτρονικού υπολογιστή, όπου πολλές φορές έπαιζε έως και 5 ώρες την ημέρα παιχνίδια με όπλα. Είπε ακόμα, ότι τον τελευταίο καιρό, πριν από το έγκλημα, δεν κοιμόταν καλά και της ανέφερε ότι κάποιες φορές έβλεπε εφιάλτες, ενώ στις ερωτήσεις της προέδρου του δικαστηρίου εάν είχε παραπονεθεί ποτέ για αρνητικές επιδράσεις σε ότι αφορά την εμπλοκή του στον τραυματισμό και την σύλληψη του Μαζιώτη, ανέφερε ότι “δεν μου εξέφρασε ποτέ κανένα παράπονο, ή δεν μου είπε κάτι σχετικό. Διαβεβαίωσε το δικαστήριο ότι στην οικογένεια δεν αντιμετώπιζαν οικονομικά προβλήματα, αλλά ομολόγησε την έκπληξή της όταν μετά την δολοφονία του ταξιτζή διαπίστωσε από έλεγχο που έκανε στον προσωπικό της τραπεζικό λογαριασμό ότι ο κατηγορούμενος είχε κάνει αναλήψεις ύψους 21.000 ευρώ, χωρίς να την έχει ενημερώσει, ή να της το έχει αναφέρει ποτέ. Να σημειωθεί, ότι ο κατηγορούμενος, όταν υπηρετούσε στην Αθήνα, πυροβόλησε και συνέλαβε το ηγετικό μέλος του Επαναστατικού Αγώνα, Νίκο Μαζιώτη, κατά την αιματηρή συμπλοκή που σημειώθηκε το καλοκαίρι του 2014 στο Μοναστηράκι.
Η Πατρίς Δημητροπούλου, μητέρα του κατηγορούμενου κατέθεσε ότι ο γιός της όταν επέστρεψε στην Καστοριά, μετά την υπόθεση Μαζιώτη, ήταν νευρικός, ότι δεν πιστεύει ότι ο φόνος έγινε με πρόθεση τη ληστεία και όταν τον ρώτησε γιατί το έκανε, “μου απάντησε ότι δεν θυμάται γιατί το έκανε”.
Ο ψυχίατρος Ν. Παπαθανασίου, που παρακολούθησε τον κατηγορούμενο στις φυλακές Γρεβενών, ανάφερε ότι έχει αυξημένα ποσοστά αγχώδους διαταραχής και κατάθλιψης και ίσως στοιχεία μειωμένου καταλογισμού.
Ο Ιωάννης Κωστέας, οδηγός ταξί από την Καστοριά, ανέφερε ότι την ημέρα της δολοφονίας του συναδέλφου του, δάνεισε 200 ευρώ τον αστυνομικό, ο οποίος του εκμυστηρεύτηκε ότι τα είχε ανάγκη. Μέχρι στιγμής δεν υπάρχει ομολογία ή κατάθεση στο δικαστήριο από κανένα μάρτυρα ότι θύτης και θύμα γνωρίζονταν, ή είχαν φιλικές σχέσεις.
Τα μέτρα ασφαλείας ήταν έντονα, για να εισέλθει κανείς στην αίθουσα του δικαστηρίου περνούσε από σωματικό έλεγχο, ενώ αρκετοί ένστολοι αστυνομικοί βρίσκονταν εντός της αίθουσας δημιουργώντας ασπίδα προστασίας στον κατηγορούμενο. Η πρόεδρος του Μικτού Ορκωτού Κοζάνης, λόγω παρέλευσης ωραρίου της γραμματέως της έδρας, διέκοψε τη διαδικασία για την Παρασκευή 2 Μαρτίου 2018, όπου θα ακολουθήσουν η απολογία του κατηγορουμένου και οι αγορεύσεις της Πολιτικής αγωγής, της υπεράσπισης και της εισαγγελέως του δικαστηρίου.
ΑΠΕ-ΜΠΕ